Χρόνος ανάγνωσης: 0,6 λεπτά

Τον Νοέμβριο του 1944, κι ενώ τα τελευταία γερμανικά στρατεύματα κατοχής εγκατέλειπαν οριστικά την ηπειρωτική Ελλάδα, μια ειδική μονάδα Ελληνο-αμερικανών εθελοντών καταδρομέων αποχωρούσε νικήτρια από τη χώρα, έχοντας ολοκληρώσει την επιτυχή δράση της στο πλαίσιο των συμμαχικών επιχειρήσεων εναντίον των δυνάμεων του Άξονα.

Οι 174 γενναίοι του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων, μαζί με τις ελληνικές δυνάμεις Εθνικής Αντίστασης, Βρετανούς καταδρομείς, καθώς και την αρωγή όλου του ελληνικού λαού, προσέφεραν τα μέγιστα για τον ιερό σκοπό της απελευθέρωσης, μέσω μιας ιδιόμορφης και ανορθόδοξης επιχείρησης που έγινε ευρύτερα γνωστή μόλις τα τελευταία χρόνια.

Αυτούς του αφανείς ήρωες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων παρουσιάζει η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού στο μηνιαίο ιστορικό αφιέρωμά της.

 

Σε όλους τους εθνικούς αγώνες, οι Έλληνες της διασποράς έσπευσαν εθελοντικά να βοηθήσουν τη μητέρα πατρίδα. Στην περίπτωση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η επικράτηση των Δυνάμεων του Άξονα στον ελλαδικό χώρο τον Απρίλιο του 1941 δεν άφησε ασυγκίνητους τους ομοεθνείς της Αμερικής, οι οποίοι εξ αρχής εξέφρασαν την επιθυμία τους να ενισχύσουν την προσπάθεια για εκδίωξη των κατακτητών από την Ελλάδα.

Πράγματι, το 1943, η εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου απέσπασε την έγκριση του Αμερικανού Προέδρου Φράνκλιν Ρούσβελτ για τη συγκρότηση μιας μονάδας Ελληνοαμερικανών, οι οποίοι θα συμμετείχαν σε επιχειρήσεις επί ελληνικού εδάφους. Έτσι, στις 5 Ιανουαρίου, ιδρύθηκε το 122 Ελληνοαμερικανικό Ανεξάρτητο Τάγμα, γνωστό και ως «Ελληνικό Τάγμα» (“Greek Battalion”). Ο αριθμός 122 ήταν κάθε άλλο παρά τυχαίος, καθώς υποδήλωνε τη συμπλήρωση, τη χρονιά εκείνη, 122 ετών από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Παράλληλα, το Τάγμα υιοθέτησε το εμβληματικό σύνθημα της Επανάστασης «Ελευθερία ή Θάνατος», ενδεικτικό του οράματος των Ελληνοαμερικανών για απελευθέρωση της κατεχόμενης Ελλάδας.

Μέχρι το καλοκαίρι του 1943, σχεδόν 1.200 εθελοντές είχαν παρουσιαστεί για την ανάληψη καθηκόντων. Σε πρώτη φάση, η δύναμη του Τάγματος δεν ξεπέρασε τους 650 άνδρες, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε σκληρή εκπαίδευση στην ατομική τακτική, στη χρήση όπλων, στη διενέργεια δολιοφθορών, καθώς και στην πτώση με αλεξίπτωτο. Η επιλογή των εθελοντών συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων. Ο Γ΄ Λόχος του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων, συνολικής δύναμης 174 ανδρών (15 αξιωματικοί και 159 οπλίτες) διαιρέθηκε σε επτά Επιχειρησιακές Ομάδες, οι οποίες συμμετείχαν σε 76 επιχειρήσεις στην Ελλάδα, από τις 23 Απριλίου 1944 έως τις 20 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Κάθε Επιχειρησιακή Ομάδα είχε επικεφαλής έναν ή δύο αξιωματικούς και περίπου 22 οπλίτες, που όμως έφεραν βαθμούς υπαξιωματικών (κυρίως για λόγους επιβολής προς τους Έλληνες αντιστασιακούς).

Οι Επιχειρησιακές Ομάδες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων ενεργούσαν στο πλαίσιο του Συμμαχικού Σχεδίου «Κιβωτός του Νώε», ενός συντονισμένου σχεδίου κρούσης κατά των γερμανικών επικοινωνιών και κινήσεων, πριν και κατά την αναμενόμενη αποχώρησή τους από την Ελλάδα. Κύριοι στόχοι ήταν εθνικές οδικές αρτηρίες και σιδηρόδρομοι, ώστε να καταστεί η αποχώρηση των Γερμανών δαπανηρή.

Τα αποτελέσματα της δράσης του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων ήταν εντυπωσιακά. Παρά τον μεγάλο αριθμό συμπλοκών, η μονάδα είχε μικρές απώλειες: μόλις έναν νεκρό και 13 τραυματίες, σε αντίθεση με τα γερμανικά τμήματα που θρήνησαν 1.794 νεκρούς και τραυματίες και περισσότερους από 100 αιχμαλώτους. Ως προς τις υλικές ζημιές, 11 ατμομηχανές, 2 θωρακισμένα οχήματα και μεγάλος αριθμός βαγονιών καταστράφηκαν από πυρά μπαζούκας, αλλά και περισσότερα από 60 φορτηγά οχήματα και 15 οδικές ή/και σιδηροδρομικές γέφυρες. Επιπρόσθετα, στα επιτεύγματα των επιχειρησιακών ομάδων του Τάγματος περιλαμβάνονται η ναρκοθέτηση τουλάχιστον πέντε οδών, η ανατίναξη περίπου 10.000 γιαρδών σιδηροτροχιάς, η εξουδετέρωση τριών γερμανικών πολυβολείων, καθώς και η καταστροφή τεσσάρων γερμανικών καταλυμάτων, δύο εργοστασίων παραγωγής ενέργειας, δύο ορυχείων, ενός αμυντικού οχυρού και ενός τειχίου.

Περιληπτικά η δράση καθεμιάς από τις επτά Επιχειρησιακές Ομάδες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων έχει ως ακολούθως:

Επιχειρησιακή Ομάδα Ι (23 Απριλίου − 5 Σεπτεμβρίου 1944): Ήταν η πρώτη Επιχειρησιακή Ομάδα που εισήλθε στην Ελλάδα. Συμμετείχε σε 15 επιχειρήσεις στην περιοχή της Ηπείρου, με κυριότερη τον αιφνιδιασμό μηχανοκίνητης γερμανικής φάλαγγας 100 οχημάτων (24 Αυγούστου). Η Ομάδα κατέστρεψε συνολικά 19 φορτηγά οχήματα και προκάλεσε μεγάλες απώλειες στον εχθρό (76 νεκροί και τραυματίες), χωρίς η ίδια να έχει ούτε μία απώλεια.

Επιχειρησιακή Ομάδα ΙΙ (18 Ιουνίου − 30 Οκτωβρίου 1944): Έδρασε στην ευρύτερη περιοχή βορειοδυτικά της Λαμίας. Κύριος στόχος της ήταν η σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης, όπου τα γερμανικά στρατεύματα ήταν εξαιρετικά ισχυρά. Έλαβε μέρος σε 14 επιχειρήσεις προξενώντας σημαντικές υλικές καταστροφές και μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές (συνολικά 675 νεκροί και τραυματίες). Μέλος της Ομάδας ΙΙ ήταν και ο μοναδικός νεκρός του Ελληνικού Τάγματος, ο Μιχαήλ Τσιρμούλας, ο οποίος φονεύθηκε στην προσπάθεια αποκοπής της σιδηροδρομικής γραμμής, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944. Κατά την ίδια επιχείρηση έλαβαν χώρα ο σοβαρός τραυματισμός του Διοικητή της Ομάδας, Υπολοχαγού Ιωάννη Γιάνναρη, ο οποίος έσπευσε σε βοήθεια του Τσιρμούλα, αλλά και η ηρωική στάση του Δεκανέα Λούη Λινάρη, ο οποίος προσέγγισε τις θέσεις των γερμανικών πολυβόλων που με τα δραστικά πυρά τους είχαν καθηλώσει τους συμπολεμιστές του. Μεταξύ των εθελοντών οπλιτών της Ομάδας II ήταν και ο Ιωάννης Τσουδερός, γιος του Έλληνα Πρωθυπουργού της εξόριστης κυβέρνησης του Καΐρου, Εμμανουήλ Τσουδερού.

Επιχειρησιακή Ομάδα ΙΙΙ (19 Ιουλίου – 7 Νοεμβρίου 1944): Συμμετείχε σε 12 επιχειρήσεις στη Θεσσαλία (στην περιοχή της Δεσκάτης), με κύριους στόχους τις δημόσιες οδούς και τη σιδηροδρομική γραμμή. Η πιο επιτυχημένη επιχείρηση της Ομάδας ΙΙΙ ήταν η ανατίναξη της γέφυρας Λυκούδι, μήκους 50 μέτρων. Κατά τις επιχειρήσεις είχε μηδενικές απώλειες, σε αντίθεση με τα αντίπαλα τμήματα που θρήνησαν 201 νεκρούς και τραυματίες.

Επιχειρησιακή Ομάδα IV (7 Σεπτεμβρίου − 9 Νοεμβρίου 1944): Τα μέλη της εισήλθαν στην Ελλάδα από αέρος και έδρασαν στην ευρύτερη περιοχή της Δράμας. Η Ομάδα IV συμμετείχε σε μόλις μία επιχείρηση, στις 12 Σεπτεμβρίου, που είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή μιας μεταλλικής σιδηροδρομικής γέφυρας, χωρίς απώλειες σε έμψυχο υλικό για κάποια από τις δύο πλευρές. Λόγω της ασταθούς πολιτικής κατάστασης στην περιοχή, η Ομάδα παρέτεινε την παραμονή της εκεί μέχρι την επίτευξη ειρήνης με τη βουλγαρική πλευρά.

Επιχειρησιακή Ομάδα V (21 Μαΐου − 1 Νοεμβρίου 1944): Έδρασε στην ευρύτερη περιοχή του όρους Πάικο. Στις 12 επιχειρήσεις που έλαβε μέρος κατάφερε καίρια χτυπήματα (καταστροφή 2 ατμομηχανών και μεγάλου αριθμού βαγονιών, 1.000 γιαρδών σιδηροτροχιάς, 2 εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, 2 ορυχείων και 1 αμυντικού οχυρού) και υποχρέωσε τα γερμανικά στρατεύματα σε βαριές απώλειες (574 νεκροί και τραυματίες, και 105 αιχμάλωτοι), ενώ η Ομάδα είχε μόλις πέντε ελαφρά τραυματίες.

Επιχειρησιακή Ομάδα VI (19 Ιουλίου − 11 Νοεμβρίου 1944): Αποβιβάστηκε στην Πάργα και έδρασε στην περιοχή του όρους Όλυμπος. Κατά τις έξι επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχε, μεταξύ άλλων, ανατίναξε περίπου 1.500 γιάρδες σιδηροτροχιάς, κατέστρεψε 2 τεθωρακισμένα οχήματα, 3 πολυβολεία και 5 ατμομηχανές. Οι απώλειες των Γερμανών ανήλθαν σε 200 νεκρούς και τραυματίες και έναν αιχμάλωτο, ενώ η ίδια είχε μόνο έναν τραυματία.

Επιχειρησιακή Ομάδα VΙΙ (16 Μαΐου − 20 Νοεμβρίου 1944): Εισήλθε στην Ελλάδα δύο φορές. Αρχικά από αέρος, πλησίον του χωριού Λάλας, και έδρασε στην Πελοπόννησο με κύριο στόχο τη σιδηροδρομική γραμμή Πάτρας–Κορίνθου–Αθήνας. Η έντονη γερμανική δραστηριότητα επέβαλε την αποχώρησή της από την περιοχή στις 21 Ιουνίου. Η Ομάδα επέστρεψε στην Ελλάδα στις 16 Ιουλίου 1944 μέσω Πάργας και τμήματά της παρέμειναν στη χώρα περισσότερο από κάθε άλλη Επιχειρησιακή Ομάδα του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων (συνολικά 164 ημέρες). Έλαβε μέρος σε 16 επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο, στην Ήπειρο και στη Μακεδονία, χωρίς να έχει ούτε μία απώλεια, σε αντίθεση με τους Γερμανούς που θρήνησαν 127 νεκρούς και τραυματίες.

Μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, το 2671 Ειδικό Τάγμα Αναγνωρίσεων διαλύθηκε έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή του. Την επόμενη χρονιά, πολλά μέλη του εντάχθηκαν σε νέες μονάδες συνεχίζοντας τον αγώνα σε επιχειρήσεις επί ευρωπαϊκού εδάφους, έως την κατάληψη του Βερολίνου, το 1945. Η αμερικανική κυβέρνηση τίμησε τα μέλη του Τάγματος με απονομή εύφημης μνείας. Αντιστοίχως, σε ένδειξη αναγνώρισης του αγώνα των Ελληνοαμερικανών καταδρομέων, η ελληνική πολιτεία εγκαινίασε μνημείο, στο Άλσος Ελληνικού Στρατού, στου Γουδή, τον Μάιο του 2005.

 

Θεοφάνη Κοπανιτσάνου

Ιστορικός Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού

Μοιραστείτε το άρθρο

Χρόνος ανάγνωσης: 0,6 λεπτά

Τον Νοέμβριο του 1944, κι ενώ τα τελευταία γερμανικά στρατεύματα κατοχής εγκατέλειπαν οριστικά την ηπειρωτική Ελλάδα, μια ειδική μονάδα Ελληνο-αμερικανών εθελοντών καταδρομέων αποχωρούσε νικήτρια από τη χώρα, έχοντας ολοκληρώσει την επιτυχή δράση της στο πλαίσιο των συμμαχικών επιχειρήσεων εναντίον των δυνάμεων του Άξονα.

Οι 174 γενναίοι του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων, μαζί με τις ελληνικές δυνάμεις Εθνικής Αντίστασης, Βρετανούς καταδρομείς, καθώς και την αρωγή όλου του ελληνικού λαού, προσέφεραν τα μέγιστα για τον ιερό σκοπό της απελευθέρωσης, μέσω μιας ιδιόμορφης και ανορθόδοξης επιχείρησης που έγινε ευρύτερα γνωστή μόλις τα τελευταία χρόνια.

Αυτούς του αφανείς ήρωες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων παρουσιάζει η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού στο μηνιαίο ιστορικό αφιέρωμά της.

 

Σε όλους τους εθνικούς αγώνες, οι Έλληνες της διασποράς έσπευσαν εθελοντικά να βοηθήσουν τη μητέρα πατρίδα. Στην περίπτωση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η επικράτηση των Δυνάμεων του Άξονα στον ελλαδικό χώρο τον Απρίλιο του 1941 δεν άφησε ασυγκίνητους τους ομοεθνείς της Αμερικής, οι οποίοι εξ αρχής εξέφρασαν την επιθυμία τους να ενισχύσουν την προσπάθεια για εκδίωξη των κατακτητών από την Ελλάδα.

Πράγματι, το 1943, η εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου απέσπασε την έγκριση του Αμερικανού Προέδρου Φράνκλιν Ρούσβελτ για τη συγκρότηση μιας μονάδας Ελληνοαμερικανών, οι οποίοι θα συμμετείχαν σε επιχειρήσεις επί ελληνικού εδάφους. Έτσι, στις 5 Ιανουαρίου, ιδρύθηκε το 122 Ελληνοαμερικανικό Ανεξάρτητο Τάγμα, γνωστό και ως «Ελληνικό Τάγμα» (“Greek Battalion”). Ο αριθμός 122 ήταν κάθε άλλο παρά τυχαίος, καθώς υποδήλωνε τη συμπλήρωση, τη χρονιά εκείνη, 122 ετών από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Παράλληλα, το Τάγμα υιοθέτησε το εμβληματικό σύνθημα της Επανάστασης «Ελευθερία ή Θάνατος», ενδεικτικό του οράματος των Ελληνοαμερικανών για απελευθέρωση της κατεχόμενης Ελλάδας.

Μέχρι το καλοκαίρι του 1943, σχεδόν 1.200 εθελοντές είχαν παρουσιαστεί για την ανάληψη καθηκόντων. Σε πρώτη φάση, η δύναμη του Τάγματος δεν ξεπέρασε τους 650 άνδρες, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε σκληρή εκπαίδευση στην ατομική τακτική, στη χρήση όπλων, στη διενέργεια δολιοφθορών, καθώς και στην πτώση με αλεξίπτωτο. Η επιλογή των εθελοντών συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων. Ο Γ΄ Λόχος του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων, συνολικής δύναμης 174 ανδρών (15 αξιωματικοί και 159 οπλίτες) διαιρέθηκε σε επτά Επιχειρησιακές Ομάδες, οι οποίες συμμετείχαν σε 76 επιχειρήσεις στην Ελλάδα, από τις 23 Απριλίου 1944 έως τις 20 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Κάθε Επιχειρησιακή Ομάδα είχε επικεφαλής έναν ή δύο αξιωματικούς και περίπου 22 οπλίτες, που όμως έφεραν βαθμούς υπαξιωματικών (κυρίως για λόγους επιβολής προς τους Έλληνες αντιστασιακούς).

Οι Επιχειρησιακές Ομάδες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων ενεργούσαν στο πλαίσιο του Συμμαχικού Σχεδίου «Κιβωτός του Νώε», ενός συντονισμένου σχεδίου κρούσης κατά των γερμανικών επικοινωνιών και κινήσεων, πριν και κατά την αναμενόμενη αποχώρησή τους από την Ελλάδα. Κύριοι στόχοι ήταν εθνικές οδικές αρτηρίες και σιδηρόδρομοι, ώστε να καταστεί η αποχώρηση των Γερμανών δαπανηρή.

Τα αποτελέσματα της δράσης του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων ήταν εντυπωσιακά. Παρά τον μεγάλο αριθμό συμπλοκών, η μονάδα είχε μικρές απώλειες: μόλις έναν νεκρό και 13 τραυματίες, σε αντίθεση με τα γερμανικά τμήματα που θρήνησαν 1.794 νεκρούς και τραυματίες και περισσότερους από 100 αιχμαλώτους. Ως προς τις υλικές ζημιές, 11 ατμομηχανές, 2 θωρακισμένα οχήματα και μεγάλος αριθμός βαγονιών καταστράφηκαν από πυρά μπαζούκας, αλλά και περισσότερα από 60 φορτηγά οχήματα και 15 οδικές ή/και σιδηροδρομικές γέφυρες. Επιπρόσθετα, στα επιτεύγματα των επιχειρησιακών ομάδων του Τάγματος περιλαμβάνονται η ναρκοθέτηση τουλάχιστον πέντε οδών, η ανατίναξη περίπου 10.000 γιαρδών σιδηροτροχιάς, η εξουδετέρωση τριών γερμανικών πολυβολείων, καθώς και η καταστροφή τεσσάρων γερμανικών καταλυμάτων, δύο εργοστασίων παραγωγής ενέργειας, δύο ορυχείων, ενός αμυντικού οχυρού και ενός τειχίου.

Περιληπτικά η δράση καθεμιάς από τις επτά Επιχειρησιακές Ομάδες του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων έχει ως ακολούθως:

Επιχειρησιακή Ομάδα Ι (23 Απριλίου − 5 Σεπτεμβρίου 1944): Ήταν η πρώτη Επιχειρησιακή Ομάδα που εισήλθε στην Ελλάδα. Συμμετείχε σε 15 επιχειρήσεις στην περιοχή της Ηπείρου, με κυριότερη τον αιφνιδιασμό μηχανοκίνητης γερμανικής φάλαγγας 100 οχημάτων (24 Αυγούστου). Η Ομάδα κατέστρεψε συνολικά 19 φορτηγά οχήματα και προκάλεσε μεγάλες απώλειες στον εχθρό (76 νεκροί και τραυματίες), χωρίς η ίδια να έχει ούτε μία απώλεια.

Επιχειρησιακή Ομάδα ΙΙ (18 Ιουνίου − 30 Οκτωβρίου 1944): Έδρασε στην ευρύτερη περιοχή βορειοδυτικά της Λαμίας. Κύριος στόχος της ήταν η σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης, όπου τα γερμανικά στρατεύματα ήταν εξαιρετικά ισχυρά. Έλαβε μέρος σε 14 επιχειρήσεις προξενώντας σημαντικές υλικές καταστροφές και μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές (συνολικά 675 νεκροί και τραυματίες). Μέλος της Ομάδας ΙΙ ήταν και ο μοναδικός νεκρός του Ελληνικού Τάγματος, ο Μιχαήλ Τσιρμούλας, ο οποίος φονεύθηκε στην προσπάθεια αποκοπής της σιδηροδρομικής γραμμής, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944. Κατά την ίδια επιχείρηση έλαβαν χώρα ο σοβαρός τραυματισμός του Διοικητή της Ομάδας, Υπολοχαγού Ιωάννη Γιάνναρη, ο οποίος έσπευσε σε βοήθεια του Τσιρμούλα, αλλά και η ηρωική στάση του Δεκανέα Λούη Λινάρη, ο οποίος προσέγγισε τις θέσεις των γερμανικών πολυβόλων που με τα δραστικά πυρά τους είχαν καθηλώσει τους συμπολεμιστές του. Μεταξύ των εθελοντών οπλιτών της Ομάδας II ήταν και ο Ιωάννης Τσουδερός, γιος του Έλληνα Πρωθυπουργού της εξόριστης κυβέρνησης του Καΐρου, Εμμανουήλ Τσουδερού.

Επιχειρησιακή Ομάδα ΙΙΙ (19 Ιουλίου – 7 Νοεμβρίου 1944): Συμμετείχε σε 12 επιχειρήσεις στη Θεσσαλία (στην περιοχή της Δεσκάτης), με κύριους στόχους τις δημόσιες οδούς και τη σιδηροδρομική γραμμή. Η πιο επιτυχημένη επιχείρηση της Ομάδας ΙΙΙ ήταν η ανατίναξη της γέφυρας Λυκούδι, μήκους 50 μέτρων. Κατά τις επιχειρήσεις είχε μηδενικές απώλειες, σε αντίθεση με τα αντίπαλα τμήματα που θρήνησαν 201 νεκρούς και τραυματίες.

Επιχειρησιακή Ομάδα IV (7 Σεπτεμβρίου − 9 Νοεμβρίου 1944): Τα μέλη της εισήλθαν στην Ελλάδα από αέρος και έδρασαν στην ευρύτερη περιοχή της Δράμας. Η Ομάδα IV συμμετείχε σε μόλις μία επιχείρηση, στις 12 Σεπτεμβρίου, που είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή μιας μεταλλικής σιδηροδρομικής γέφυρας, χωρίς απώλειες σε έμψυχο υλικό για κάποια από τις δύο πλευρές. Λόγω της ασταθούς πολιτικής κατάστασης στην περιοχή, η Ομάδα παρέτεινε την παραμονή της εκεί μέχρι την επίτευξη ειρήνης με τη βουλγαρική πλευρά.

Επιχειρησιακή Ομάδα V (21 Μαΐου − 1 Νοεμβρίου 1944): Έδρασε στην ευρύτερη περιοχή του όρους Πάικο. Στις 12 επιχειρήσεις που έλαβε μέρος κατάφερε καίρια χτυπήματα (καταστροφή 2 ατμομηχανών και μεγάλου αριθμού βαγονιών, 1.000 γιαρδών σιδηροτροχιάς, 2 εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, 2 ορυχείων και 1 αμυντικού οχυρού) και υποχρέωσε τα γερμανικά στρατεύματα σε βαριές απώλειες (574 νεκροί και τραυματίες, και 105 αιχμάλωτοι), ενώ η Ομάδα είχε μόλις πέντε ελαφρά τραυματίες.

Επιχειρησιακή Ομάδα VI (19 Ιουλίου − 11 Νοεμβρίου 1944): Αποβιβάστηκε στην Πάργα και έδρασε στην περιοχή του όρους Όλυμπος. Κατά τις έξι επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχε, μεταξύ άλλων, ανατίναξε περίπου 1.500 γιάρδες σιδηροτροχιάς, κατέστρεψε 2 τεθωρακισμένα οχήματα, 3 πολυβολεία και 5 ατμομηχανές. Οι απώλειες των Γερμανών ανήλθαν σε 200 νεκρούς και τραυματίες και έναν αιχμάλωτο, ενώ η ίδια είχε μόνο έναν τραυματία.

Επιχειρησιακή Ομάδα VΙΙ (16 Μαΐου − 20 Νοεμβρίου 1944): Εισήλθε στην Ελλάδα δύο φορές. Αρχικά από αέρος, πλησίον του χωριού Λάλας, και έδρασε στην Πελοπόννησο με κύριο στόχο τη σιδηροδρομική γραμμή Πάτρας–Κορίνθου–Αθήνας. Η έντονη γερμανική δραστηριότητα επέβαλε την αποχώρησή της από την περιοχή στις 21 Ιουνίου. Η Ομάδα επέστρεψε στην Ελλάδα στις 16 Ιουλίου 1944 μέσω Πάργας και τμήματά της παρέμειναν στη χώρα περισσότερο από κάθε άλλη Επιχειρησιακή Ομάδα του 2671 Ειδικού Τάγματος Αναγνωρίσεων (συνολικά 164 ημέρες). Έλαβε μέρος σε 16 επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο, στην Ήπειρο και στη Μακεδονία, χωρίς να έχει ούτε μία απώλεια, σε αντίθεση με τους Γερμανούς που θρήνησαν 127 νεκρούς και τραυματίες.

Μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, το 2671 Ειδικό Τάγμα Αναγνωρίσεων διαλύθηκε έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή του. Την επόμενη χρονιά, πολλά μέλη του εντάχθηκαν σε νέες μονάδες συνεχίζοντας τον αγώνα σε επιχειρήσεις επί ευρωπαϊκού εδάφους, έως την κατάληψη του Βερολίνου, το 1945. Η αμερικανική κυβέρνηση τίμησε τα μέλη του Τάγματος με απονομή εύφημης μνείας. Αντιστοίχως, σε ένδειξη αναγνώρισης του αγώνα των Ελληνοαμερικανών καταδρομέων, η ελληνική πολιτεία εγκαινίασε μνημείο, στο Άλσος Ελληνικού Στρατού, στου Γουδή, τον Μάιο του 2005.

 

Θεοφάνη Κοπανιτσάνου

Ιστορικός Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού

Μοιραστείτε το άρθρο